1.Μισθωτοί απασχολούμενοι νομίμως, πέραν των δι'εκάστην κατηγορίαν επιτρεπομένων ανωτάτων χρονικών ορίων διαρκείας της ημερησίας εργασίας, δικαιούνται αμοιβής δι'εκάστην ώραν τοιαύτης απασχολήσεως ίσης προς το καταβαλλόμενον ωρομίσθιον ηυξημένον τουλάχιστον: α) κατά 25% διά τας μέχρι 60 ωρών, β) κατά 50% διά τας πέραν των 60 και μέχρι των 120 ωρών και γ) κατά 75% διά τας πέραν των 120 ωρών, ετησίως. 2. Εις πάσαν περίπτωσιν μη νομίμου υπερωριακής απασχολήσεως ο μισθωτός δικαιούται από της πρώτης ώρας, πέραν των εκ των αρχών του αδικαιολογήτου πλουτισμού απαιτήσεών του και ίσης προς 100% του καταβαλλομένου ωρομισθίου του πρόσθετον αποζημίωσιν. 3. Τυχόν ευνοϊκώτεροι διά τους μισθωτούς όροι, περιεχόμενοι εις άλλας διατάξεις, συλλογικάς συμβάσεις εργασίας, κανονισμούς ή ατομικάς συμβάσεις εργασίας, δεν θίγονται υπό του παρόντος. 4. Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος αι διατάξεις, του πρώτου εδαφίου της περίπτ.4 του άρθρ.9 του Π.Δ. της 27.6/4.7./1932 "περί Κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως των περί οκταώρου εργασίας διατάξεων" και των παρ.1 και 2 του άρθρ.8 του Ν.Δ.4020/59 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων διατάξεων εργατικών τινων νόμων, καταργούνται. |