1α. Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης περιέχει λεπτομερώς τα υφιστάμενα κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους περιουσιακά στοιχεία στην ημεδαπή και την αλλοδαπή [Αρχή Τροποποίησης]«με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου .
«Κατ’ εξαίρεση η πρώτη ηλεκτρονική ετήσια δήλωση περιλαμβάνει τα υφιστάμενα, κατά το χρόνο αναφοράς της, περιουσιακά στοιχεία και την αξία κτήσης τους εφόσον είναι διαθέσιμη.». (προσθήκη φράσης σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.4571/18) Ως περιουσιακά στοιχεία θεωρούνται ιδίως: i. Τα έσοδα από κάθε πηγή. ii. Τα ακίνητα, καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, με ακριβή προσδιορισμό τους. iii. Οι μετοχές ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών (με την επιφύλαξη της απαγόρευσης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου), τα ομόλογα και ομολογίες κάθε είδους, τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα κάθε είδους.
«v. Η μίσθωση θυρίδων σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα. Επίσης, το σύνολο των μετρητών, που δεν περιλαμβάνονται στην περίπτωση iv εφόσον το συνολικό ποσό υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ. Το προαναφερόμενο ποσό αφορά αθροιστικά τον υπόχρεο, τον σύζυγο και τα ανήλικα τέκνα και το πρόσωπο, με το οποίο ο υπόχρεος έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. (αντικατάσταση παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.4571/18)
vi. Κάθε κινητό που η αξία του υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α.. Αν η αξία κάθε πράγματος είναι μικρότερη του ποσού αυτού, τα αποκτηθέντα, όμως, πράγματα αποτελούν κατά τις συναλλακτικές αντιλήψεις ενιαίο σύνολο, για τον υπολογισμό της αξίας λαμβάνεται υπόψη η αξία όλων αυτών των πραγμάτων, εφόσον υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ. Η δηλούμενη αξία συνοδεύεται από τα παραστατικά αγοράς ή τα νόμιμα φορολογικά παραστατικά ή εκτίμηση της εμπορικής αξίας του κινητού από εκτιμητή που περιλαμβάνεται στο μητρώο πιστοποιημένων εκτιμητών που τηρείται στο Υπουργείο Οικονομικών. Σε περίπτωση κατά την οποία τα κινητά είναι ασφαλισμένα κατά κινδύνων κλοπής, πυρκαγιάς και λοιπών κινδύνων, η εκτιμώμενη αξία δεν μπορεί να είναι κατώτερη αυτής που αναγράφεται στη σχετική σύμβαση.». (αντικατάσταση παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.4571/18) vii. Τα πλωτά και τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης οχήματα. viii. Η συμμετοχή σε κάθε είδους εταιρεία ή επιχείρηση (με την επιφύλαξη της απαγόρευσης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου). ix. β. i. Σε περίπτωση απόκτησης νέου περιουσιακού στοιχείου ή επαύξησης υφιστάμενου, στη δήλωση περιλαμβάνεται, υποχρεωτικώς, το ύψος της σχετικής δαπάνης, καθώς και αναλυτική παράθεση της πηγής προέλευσης των σχετικών πόρων. Σε περίπτωση εκποίησης μνημονεύεται το εισπραχθέν τίμημα. ii. Στη δήλωση αναφέρονται τα προσωπικά, υπηρεσιακά και φορολογικά στοιχεία των υπόχρεων. Οι υπόχρεοι προσκομίζουν στο αρμόδιο όργανο ελέγχου αντίγραφα των οικείων παραστατικών εφόσον τους ζητηθεί. «γ. Μετά την αρχική δήλωση, στην ετήσια δήλωση οι υπόχρεοι δηλώνουν τις μεταβολές που έχουν επέλθει επί της συνολικής περιουσιακής τους κατάστασης κατά το χρονικό διάστημα που αφορά η δήλωση. Ο υπόχρεος υποβάλλει, την αρχική ή την ετήσια, δήλωση με τα περιουσιακά στοιχεία του συζύγου του και στην περίπτωση διάστασης, ή του προσώπου με το οποίο έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης και εκάστου των ανήλικων τέκνων τους, ακόμα και αν αυτά ενηλικιώθηκαν εντός του χρονικού διαστήματος που αφορά η δήλωση. Η δήλωση υποβάλλεται από τον ίδιο και εγκρίνεται υποχρεωτικά από τον σύζυγό του ή το πρόσωπο με το οποίο έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης για τα δικά του στοιχεία και από αμφότερους για τα περιουσιακά στοιχεία των ανήλικων τέκνων τους. Τις ίδιες υποχρεώσεις προς έγκριση του αντίστοιχου περιεχομένου της δήλωσης του υπόχρεου που αφορά τους ίδιους και τα ανήλικα τέκνα τους, έχουν και οι εν διαστάσει σύζυγοι. Σε περίπτωση άρνησης ή αδυναμίας του συζύγου του υπόχρεου, του εν διαστάσει συζύγου ή του προσώπου με το οποίο ο υπόχρεος έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, να εκπληρώσει τις ως άνω υποχρεώσεις του, η δήλωση υποβάλλεται, χωρίς έγκριση, μόνον από τον υπόχρεο, ο οποίος οφείλει να αναφέρει συγχρόνως ως παρατήρηση το γεγονός της άρνησης ή της αδυναμίας, καθώς και τον Α.Φ.Μ. του ετέρου προσώπου. Στις ανωτέρω περιπτώσεις το όργανο ελέγχου καλεί τον σύζυγο, τον εν διαστάσει σύζυγο, ή το πρόσωπο με το οποίο ο υπόχρεος έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, προκειμένου να δηλώσει τα δικά του περιουσιακά στοιχεία και αυτά των ανήλικων τέκνων τους, ενώπιον του αρμοδίου, για τον υπόχρεο, οργάνου κατά τις διατάξεις του παρόντος, τάσσοντας αποκλειστική προς τούτο προθεσμία ενενήντα (90) ημερών. Ειδικότερα, τα πρόσωπα που ελέγχονται υποχρεωτικά, σύμφωνα με το άρθρο 3Β παράγραφος 2 του παρόντος νόμου και κατά τους ορισμούς του άρθρου 48 παρ. 4 περίπτωση γ’ στοιχεία αα’ έως και στστ΄ του ν. 4557/2018, επισυνάπτουν στη δήλωση αντίγραφα των αναγκαίων εγγράφων, από τα οποία προκύπτει η δηλούμενη περιουσιακή κατάσταση.». (αντικατάσταση παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.4571/18) δ. Οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να υποβάλουν
2. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων των περιπτώσεων α΄ έως ε΄ του άρθρου 1 παράγραφος 1, δημοσιεύονται στον διαδικτυακό τόπο της Βουλής με μέριμνα του Προέδρου της Επιτροπής του άρθρου 3Α. Η δημοσιοποίηση λαμβάνει χώρα μετά τον έλεγχο και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός τριών μηνών από την πάροδο της προθεσμίας της παραγράφου 2 του άρθρου 1. Η δημοσιοποίηση των δηλώσεων διαρκεί όσο η θητεία των υπόχρεων πλέον τριών ετών από την λήξη αυτής. Το αντικείμενο της δημοσιοποίησης και ιδίως η μορφή, ο τύπος, τα προς δημοσίευση συγκεντρωτικά ή μη στοιχεία ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία εκδίδεται το αργότερο [Αρχή Τροποποίησης]«τέσσερις (4) μήνεςμετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Από τη δημοσιοποίηση εξαιρούνται σε κάθε περίπτωση εκείνα τα στοιχεία που είναι ικανά να προκαλέσουν βλάβη στη ζωή ή την περιουσία του δηλούντος και της οικογένειας του (όπως διεύθυνση κατοικίας, αριθμοί κυκλοφορίας μεταφορικών μέσων, αριθμός φορολογικού μητρώου κ.λπ.). Η δημοσίευση των δημοσιοποιούμενων στοιχείων στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι δημοσιεύεται ολόκληρο το περιεχόμενό τους. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι επιτρεπτή η επιλεκτική δημοσιοποίηση ονομαστικών στοιχείων. Κάθε παράβαση της διάταξης αυτής τιμωρείται, πέραν της προβλεπόμενης από το άρθρο 7 παράγραφος 2 ποινής φυλάκισης, και με χρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) μέχρι εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ.
«3. Ελλείψεις ή ανακρίβειες της δήλωσης επιτρέπεται να συμπληρωθούν από τον υπόχρεο αυθορμήτως, σε προθεσμία ενός (1) μηνός από τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή της δήλωσης.». (αντικατάσταση παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.4571/18)
Ισχύουσες διατάξεις νόμου που περιέχουν παραπομπή σε κατηγορίες υπόχρεων προσώπων του άρθρου 222 δεν θίγονται και θεωρείται ότι η οικεία παραπομπή αφορά στην αντίστοιχη κατηγορία προσώπων, όπως αυτή αναριθμείται με τον παρόντα νόμο. Το άρθρο 1 του ν. 4065/2012, όπως ισχύει, δεν θίγεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου”. |
Αρχική
›
ΒΑΣΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
›
ΝΟΜΟΣ 3213/03
›
Άρθρο 2 Ν.3213/03 :Περιεχόμενο δήλωσης περιουσιακής κατάστασης