1. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των υπόχρεων προσώπων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 υποβάλλονται και ελέγχονται ως ακολούθως:
«α) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ έως και ε΄ και ιβ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 στην Επιτροπή του άρθρου 3Α,». (αντικατάσταση παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.4571/18) 2. Η υπαγωγή των νέων κατηγοριών υπόχρεων προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 περίπτωση α΄ του ν. 3213/2003, όπως αντικαθίσταται με το άρθρο 224 του παρόντος νόμου, στην αρμοδιότητα της Επιτροπής του άρθρου 3Α, αρχίζει την 1η Ιουλίου 2015 αα)
«β) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις κστ΄, κθ΄, λ΄ έως και λγ΄, μ΄, μγ΄ έως και με΄ και μζ΄ στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης,». (αντικατάσταση παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.4571/18)
«γ) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις κε΄ και κη΄ στον εποπτεύοντα την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας Εισαγγελικό Λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, ο οποίος επικουρείται προς τούτο από την οικεία υπηρεσία, καθώς και την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, για τις δηλώσεις που αφορούν στο προσωπικό του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής,». (αντικατάσταση παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.4571/18) δ) των προσώπων που αναφέρονται στην περίπτωση κστ΄ σε εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά, ο οποίος ορίζεται από τον Προϊστάμενο της οικείας Εισαγγελίας, και επικουρείται προς τούτο από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής.
«2. Ο έλεγχος διενεργείται εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους υποβολής. Σε περίπτωση που προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ή νέα αποδεικτικά στοιχεία τέλεσης ή απόπειρας τέλεσης του κακουργήματος της παραγράφου 3 του άρθρου 6 ή της παραγράφου 2 του άρθρου 6Α, ο έλεγχος μπορεί κατ’ εξαίρεση να διενεργηθεί μέχρι τη συμπλήρωση της ποινικής παραγραφής των αδικημάτων. Ο έλεγχος της αρχικής δήλωσης αφορά στη διαπίστωση του αληθούς περιεχομένου, ανακριβειών και ελλείψεων για τα περιουσιακά στοιχεία που υφίστανται κατά τον χρόνο κτήσης της ιδιότητας. Για τα επόμενα έτη, ο έλεγχος της ετήσιας δήλωσης αφορά στη διαπίστωση του αληθούς περιεχομένου, ανακριβειών και ελλείψεων, για τις μεταβολές που επήλθαν στην περιουσιακή κατάσταση κατά το χρονικό διάστημα που αφορά η δήλωση. Ο έλεγχος των ετήσιων δηλώσεων, εκτός από τη διαπίστωση του αληθούς περιεχομένου της δήλωσης, περιλαμβάνει, σε κάθε περίπτωση, τη διακρίβωση αν η απόκτηση νέων περιουσιακών στοιχείων ή η επαύξηση υφιστάμενων, δικαιολογείται από το ύψος των πάσης φύσεως εσόδων σε συνδυασμό με τις δαπάνες διαβίωσης των υπόχρεων σε δήλωση προσώπων. Η δήλωση δεν θεωρείται ανακριβής ή ελλιπής σε περίπτωση μη ουσιώδους ανακρίβειας ή έλλειψης ή εφόσον, ύστερα από πρόσκληση του οργάνου ελέγχου, αποδεικνύεται η νομιμότητα της πηγής προέλευσης του στοιχείου που ανακριβώς έχει δηλωθεί.». (αντικατάσταση παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.4571/18) 3. Σε περιπτώσεις δειγματοληπτικού ή στοχευμένου ελέγχου, το αρμόδιο όργανο ελέγχου λαμβάνει υπόψη του και τεχνικές ανάλυσης επικινδυνότητας με τη χρήση πληροφοριακών συστημάτων. Το όργανο ελέγχου μπορεί να καταρτίζει πρόγραμμα συνοπτικών ή/ και ειδικών θεματικών ελέγχων, δίχως να θίγεται η δυνατότητα επέκτασής τους σε τακτικούς (κατά την παράγραφο 2
4. «Κατά τη διάρκεια του ελέγχου, το όργανο ελέγχου μπορεί να καλεί τους ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις ή να προσκομίσουν συμπληρωματικά παραστατικά στοιχεία εντός ρητής προθεσμίας, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι (20) ημέρες, η οποία μπορεί να παραταθεί για διάστημα δέκα (10) ημερών. Σε έκτακτες περιπτώσεις αδυναμίας των ελεγχόμενων προσώπων για έγκαιρη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων, το όργανο ελέγχου δύναται κατ’ εξαίρεση να παρεκτείνει την προθεσμία με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση.». (αντικατάσταση φράσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.4571/18) 5. Τα αναφερόμενα στο άρθρο 5 του ν. 3691/2008 πρόσωπα έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν αμελλητί τα αρμόδια όργανα ελέγχου της παραγράφου 1, όταν γνωρίζουν ή έχουν σοβαρές ενδείξεις ή υποψίες ότι διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί οποιαδήποτε παράβαση των υποχρεώσεων των ελεγχόμενων που απορρέουν από τον παρόντα νόμο ή τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού υπουργικές αποφάσεις. “1. Κάθε διάταξη νόμου που αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 222 έως και 229 του νόμου αυτού καταργείται. «6. Τα όργανα ελέγχου δεν υπόκεινται, κατά τη διάρκεια των ελέγχων και ερευνών τους, σε περιορισμούς διατάξεων περί τραπεζικού, χρηματιστηριακού, φορολογικού και επαγγελματικού απορρήτου των στοιχείων, τηρουμένων σε κάθε περίπτωση των περί εχεμύθειας διατάξεων του άρθρου 26 του Υπαλληλικού Κώδικα και με την επιφύλαξη των άρθρων 212, 261 και 262 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Οι ελεγκτές έχουν πρόσβαση στο «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών» σύμφωνα με το άρθρο 62 του ν. 4170/2013 (Α΄ 163) και στα λοιπά πληροφοριακά συστήματα και τις βάσεις δεδομένων που διαχειρίζονται άλλες δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και στα στοιχεία φορολογικών ελέγχων που τηρούνται στην Α.Α.Δ.Ε., σύμφωνα με τις προδιαγραφές ασφαλείας του κάθε συστήματος και μπορεί να τους επιβληθούν οι κυρώσεις του πιο πάνω νόμου. 7. Αν σύζυγος ή το μέρος συμφώνου συμβίωσης με ελεγχόμενο από την Επιτροπή του άρθρου 3Α έχει ιδιότητα υπόχρεου ενώπιον διαφορετικού οργάνου ελέγχου, η Επιτροπή του άρθρου 3Α είναι αρμόδια για την υποβολή και τον έλεγχο της Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. και των δύο (2) προσώπων.». (προσθήκη παραγράφων σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.4571/18) Ισχύουσες διατάξεις νόμου που περιέχουν παραπομπή σε κατηγορίες υπόχρεων προσώπων του άρθρου 222 δεν θίγονται και θεωρείται ότι η οικεία παραπομπή αφορά στην αντίστοιχη κατηγορία προσώπων, όπως αυτή αναριθμείται με τον παρόντα νόμο. Το άρθρο 1 του ν. 4065/2012, όπως ισχύει, δεν θίγεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου”. |
Αρχική
›
ΒΑΣΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
›
ΝΟΜΟΣ 3213/03
›
Άρθρο 3 Ν.3213/03 :Όργανα και διαδικασία ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης